Ο Γιάννης είναι μοναχικός τύπος. Δεν πήγαινε τελευταία πολύ καλά η ζωή του. Τον είχαν διώξει από τη δουλειά και έμενε ξανά με τη μητέρα του. Είχε λίγους φίλους και αυτοί τον είχαν ξεχάσει Αρέσκεται να μένει μόνος στο δωμάτιο του. Ειδικά τις νύχτες. Δεν έχει εξάλλου και άλλη επιλογή. Του αρέσουν τα chatrooms όπου μιλάει με διάφορους, να περνάει η ώρα. Σε ένα τέτοιο γνώρισε και τη Μαρία.
Η Μαρία είναι από πλούσια οικογένεια. Μπορεί να κάνει ότι θέλει στη ζωή της. Τα έχει όλα δρομολογήσει και έχει την στήριξη από την οικογένεια της. Σπουδάζει και ζει έντονα. Όσο καλύτερα μπορεί. Της αρέσει να συζητάει με νέους φίλους και να μαθαίνει γι'αυτούς τα πάντα. Την μαγεύει ότι πίσω από ένα ψευδώνυμο ίσως βρίσκεται ο άνθρωπος της.
Αρχικά μιλούσαν περί ανέμων και υδάτων με το Γιάννη. Αυτός περνούσε φάση, εκείνη πάντα ήταν εκεί για να τον ακούσει. Να μοιραστεί μαζί του πράγματα, λέξεις, εικόνες, παράπονα... αισθήματα. Το δέσιμο αναπόφευκτο. Τα έλεγαν κάπου ένα χρόνο. Άλλοτε από το chat και άλλοτε από το τηλέφωνο. Ο Γιάννης είχε πλέον κάπου να τα πει και η Μαρία να θέλει να τον γνωρίσει από κοντά. Το σκεφτόταν κάθε μέρα ώσπου του το είπε: Θέλω να σε δω.
Εκείνος της έκανε τη χάρη αν και δεν του άρεσε να τον πιέζουν. Είχε πλέον καλή δουλειά σε μαγαζί του πατέρα του κολλητού του, βρήκε κοπέλα και έπαιζε με ένα συγκρότημα. Η Μαρία κατενθουσιασμένη περίμενε να τον δει. Δε τα πήγαινε καλά με τις σπουδές και οι γονείς χώρισαν πρόσφατα. Αυτός έβλεπε τη συνάντηση τους αγγαρεία σα να ήθελε απλά να βγάλει την υποχρέωση.
Η Μαρία εισέπραξε τη μεγαλύτερη απογοήτευση στη ζωή της. Ο πρίγκιπας της είχε πεθάνει, το λουλούδι είχε μαραθεί. Γιατί δεν υπήρχε παρά μόνο στα όνειρα και τη φαντασία της. Απλά κενά γέμιζε στο Γιάννη. Αλλά αυτός πλέον δε τη χρειαζόταν. Είχε τους φίλους και της παρέες του ξανά τώρα. Έκλαψε πολύ και έγινε καχύποπτη με τους ανθρώπους. Μήνες τη βασάνιζε και τα έριχνε στον εαυτό της. Νόμιζε πως έφταιγε αυτή που χάσανε κάθε επαφή με τον καιρό. Χαθήκανε.
Περάσαν περίπου δυο χρόνια. Δεν τον είχε ξεχάσει. Ήθελε τόσο πολύ να μάθει τι κάνει, πως περνάει. Αν είναι καλά ο Γιάννης. Λαχταρούσε να ξανακούσει τη φωνή του. Τον ψάχνει επίμονα. Και τον βρίσκει. Του στέλνει αίτημα φιλίας. Αυτός το είδε. "Σιγά μη την κάνω add" είπε και μετά γέλασε.